“Ο ΑΡΚΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΨΑΧΝΑ” (ΤΟΥ ΒΑΓΓΕΛΗ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ
Σε μια παλιά γελοιογραφία του Αρκά απεικονιζόταν ο κόκορας πάνω σ΄ένα φράχτη με το βλέμμα στραμμένο κάπου μακριά.
Η άλλη φιγούρα, το γουρούνι, ήταν λίγο πιο πέρα και κυλιόταν μέσα στη λάσπη.
Αναφέρω το διάλογο περίπου όπως τον θυμάμαι μετά από αρκετά χρόνια.
Κόκορας: Δεν θάθελες να ξεφύγεις, να βγάλεις φτερά, να πετάξεις ψηλά, να
πας μακριά, να δεις άλλα μέρη, να γνωρίσεις άλλους κόσμους;
Γουρούνι : ΟΧΙ…!
(Και συνέχισε να κυλιέται ηδονικά μέσα στη λάσπη).
Έχετε αναρωτηθεί ποτέ τι θα θέλατε;
Οι απαντήσεις θα ήταν λίγο συγκεχυμένες.
Η μεγάλη πλειοψηφία θα δήλωνε ότι ο κόκορας έχει δίκιο αλλά η πραγματικότητα τους διαψεύδει.
Το γουρούνι είναι ευτυχισμένο, ο κόκορας δεν είναι.
Βασανίζεται, θέλει να φύγει.
Εναλλακτικά υπάρχει και μια τρίτη, τυφλή οδός.
Αυτή του σιωπηρού συμβιβασμού.
Μικρός ο χώρος μας, φίλοι αναγνώστες, πολύ μικρός και απελπιστικά στάσιμος.
Δεν ανανεώνεται.
Δεν είναι πρωτεύουσα νομού ούτε Ρόδος, ούτε Σαντορίνη, ούτε Μαγιόρκα.
Μόλις μια ώρα από τα Βόρεια Προάστια και όταν περπατάς στους δρόμους
κλείνεις τα αυτιά σου : Αρχίνσε, ρε; ( = άρχισε;) ή: φεγάστε , ρε (=
φύγετε).
Η προσφώνηση «ρε» πάντα απαραίτητη.
Είναι από τις χαρακτηριστικές περιπτώσεις όπου η κοινωνική αμορφωσιά
έχει οριστικά και αμετάκλητα μεταλλαχτεί σε κοινωνικό ήθος και θεωρείται
πια φυσιολογική και δεδομένη.
Κάθε τι διαφορετικό βάλλεται, διώκεται από ένα επιθετικό μέτωπο χωριατιάς και ανυπαίτιας βλακείας.
Κάθεσαι με μια παρέα (είτε νέων είτε «ώριμων» ) στην πλατεία ή κάπου
αλλού. Αν τολμήσεις και σηκωθείς να φύγεις για κάποιο λόγο δεν θα
προλάβεις να κάνεις δυο βήματα και θα αρχίσουν οι μαχαιριές πισώπλατα,
χυδαία, βγάζοντας στην επιφάνεια όλα τα συμπλέγματα του επαρχιωτισμού.
Όλα αυτά μόνο στα μέρη μας;
Όχι φυσικά.
Τα Ψαχνά είναι μια μικρογραφία της Ελλάδας.
Υπάρχουν και χειρότερα.
Ας μη μιλήσουμε , για παράδειγμα, για περιοχές της Δυτικής Πελοποννήσου.
Εκεί διεκδικούν πρωτάθλημα.
Αλλά κι εμείς στεκόμαστε καλά στην πρώτη κατηγορία.
Θυμάμαι καλά τους μορφασμούς και τις εκφράσεις του προσώπου όταν κάποτε έλεγα ότι κατάγομαι από τα Ψαχνά.
Δυστυχώς το έζησα αρκετές φορές.
Δεν έβλεπες τις ίδιες αντιδράσεις αν έλεγες ότι κατάγεσαι από το Βόλο, το Μεσολόγγι , τη Νάξο.
Τι ακούσματα είχαν, τι παραστάσεις;
Δεν θέλησα ποτέ να μάθω.
Τώρα πια το κατανοώ.
Κι ας μην βιαστούν κάποιοι να διαμαρτυρηθούν ότι έτσι είμαστε και
σ΄όποιον αρέσουμε γιατί στα δυτικά μας, στον καταυλισμό, ζει η
ευτυχέστερη κοινωνική ομάδα που δεν θέλει καμιά απολύτως αλλαγή μέσα
στην απόλυτη ευδαιμονία του τσαντιριού και του σήμερα.
Και αυτοί το ίδιο θα έλεγαν.
Σκληρά λόγια, φίλοι αναγνώστες, πολύ σκληρά.
Αν όμως δεν κοιτάξεις το πρόβλημα στην ωμότητά του δεν πρόκειται ποτέ να
ξεκολλήσεις από την κοινωνική αποτελμάτωση, άσχετα τι ιδέες και
ψευδαισθήσεις τρέφεις για τον εαυτό σου.Στο χώρο που κινούμαι
επαγγελματικά υπάρχουν μικρά παιδιά, έφηβοι, φοιτητές.
Τι θέση θα πρέπει να πάρω, Ηρακλή Πουαρό;
Τη θέση του γουρουνιού, του κόκορα ή του υποκριτικού συμβιβασμού;
Έχω αναρωτηθεί πολλές φορές τι δουλειά έχει η αλεπού σ΄αυτό το ηλεκτρονικό παζάρι.
Τα μηνύματα όμως που παίρνω είναι ελπιδοφόρα.
Προσπερνώ κάποια σχόλια στο διαδίκτυο, που όπως πάντα είναι αντιφατικά.
Στέκομαι στα mail που παίρνω από φίλους, παλιούς και τωρινούς μαθητές και γονείς .
Στέκομαι στους απλούς ανθρώπους που με σταματούν στο δρόμο και στον
τροχονόμο, κάπου κοντά στην Αρτάκη, που όταν ξεκίνησε να γράφει (ένα
μπλοκάκι θα γέμιζε) σταμάτησε και μου είπε να φύγω.
Στέκομαι στα νούμερα που αφήνει να εννοήσω ο Σταμάτης και που μερικές φορές ξεπερνούν τις προσδοκίες.
Κάτι γίνεται, κάτι ζητά να αλλάξει, να βελτιώσει, να ελπίζει.
Ο δρόμος που δείχνει ο κόκορας του Αρκά είναι πιο σωστός.
Δύσκολος τώρα πια, εκ των πραγμάτων.
Όμως το θέμα είναι να βγάζει φτερά και να ταξιδεύει η ψυχή και όχι το σώμα μηχανικά.
Αν όλα αυτά που προτείνει η αρθογραφία μετουσιωθούν σε στάση ζωής τότε υπάρχουν περιθώρια. Στην πράξη, όχι στην θεωρία.
Ας αντισταθούμε όσο μπορούμε στην κατρακύλα και την ανακύκλωσή μας μέσα
στην στασιμότητα, στην αλητεία και την λογική του σκυλάδικου.
Μέσα Αυγούστου 2016, φίλοι αναγνώστες.
Πιάνει και κουράζεται το καλοκαίρι.
Λίγο μελαγχολικά, λίγο πικροχαμογελαστά, κιτρίνισαν και τα χορτάρια.
Καλό θα ήταν να ακολουθούσε ξανά μια άνοιξη μετά από αυτή τη θερινή παρένθεση της χαρμολύπης.
Όσοι θέλουν ας ακολουθήσουν, οι υπόλοιποι ας κάνουν ότι κάνει το γουρούνι του Αρκά.
Συνεχίζουμε όσο το επιτρέπει η καλή θέληση πριν κουραστεί κι αυτή κάποια στιγμή.
Ο αγώνας, το ταξίδι για την Ιθάκη αξίζει τον κόπο.
Το βλέπουμε στην αυταπάρνηση των εθελοντών δασοπυροσβεστών, στην
επιστημονική σοβαρότητα της Αρβανίτη , στη ψαγμένη αναζήτηση του
Καρατζά, στην κοινωνική ευαισθησία του Παπαιωάννου, στην φτασμένη
αρχοντιά του Γεωργίου και στο βλέμμα του απλού ανθρώπου της διπλανής
πόρτας.
Αυτά…
Β. Παπαμιχαήλ