Στάθης Παντελάκης: Η φουστανέλα
Το ποίημα που θα διαβάσετε είναι η συμβολή του Στάθη στην επέτειο των 200 χρόνων της Ελληνικής Επανάστασης
Γράφει ο Στάθης Παντελάκης
Γυναίκα μου, αγάπη μου και μάνα των παιδιών μου
μας μήνυσαν, ο αρχηγός, στον πόλεμο να πάμε.
Πρωί-πρωί χαράματα πρέπει να ξεκινήσω
γιατί εψές φανήκανε σαράντα δυο κατάρτια.
Ετοίμασέ με να διαβώ.
Δεν ξέρω αυτήνε τη φορά αν βρω το δρόμο πίσω
για να γυρίσω.
Μα φώναξε τη μάνα μου,
τη φουστανέλα μου, αυτή να μου την πλύνει,
να ΄χει κι αυτή η καψερή, να την κρατεί να κλαίει,
μαζί με τα εγγόνια της που πίσω θα τ΄ αφήσω.
Σώπα άντρα μου, μη λες αυτά, μη τύχει και τα μικρά
σ΄ ακούσουν, τι να τους πω η άμοιρη,
που πάει ο πατέρας τους, που τόσο σ΄ αγαπάνε.
Μα ο μικρός ο επτάχρονος τα ΄χει ακούσει όλα.
Σηκώνεται σιγά-σιγά στο παραθύρι πάει
κοιτάει έξω, τι να δει;
είναι η γιαγιά κι η μάνα του,τη φουστανέλα πλένε
πλένε κι οδύρονται μαζί και τα μαλλιά τραβάνε.
Ήρθε η ώρα του φευγιού και η πόρτα σαν ανοίγει
βλέπουν το μικρό έτοιμο, να πάει κι αυτός
στον πόλεμο, να πάει να πολεμήσει.
Δυο πέτρες κράταγε σφιχτά και ήταν θυμωμένος.
Πατέρα θα ΄ρθω κι εγώ σιμά, θα ΄ρθω να πολεμήσω
μη τύχει και μου λαβωθείς για να σε φέρω πίσω.
Το τι φωνές ακούστηκαν από τις δυο τις μάνες
αυτό δεν περιγράφεται,
η γειτονιά ξυπνάει
ακούσανε τι έγινε κι όλοι μαζί κινήσανε να κόψουν τα κατάρτια,
να φέρουν πίσω το παιδί μαζί με τον πατέρα.
Στάθης Παντελάκης
ΥΓ. Ο Στάθης είναι ο δημιουργός και ιδιοκτήτης του πολυχώρου “Βάι” στα Ψαχνά
Β. Παπαμιχαήλ