«Οι γυναίκες με τα λασπωμένα πόδια και την μεγάλη εξιοπρέπεια..»
Ο τίτλος του άρθρου δεν είναι θέμα για φιλολογία ούτε για δραματουργία. Αναφέρεται δυστυχώς στην ωμή πραγματικότητα και τις σκληρές εικόνες που είδαμε αυτές τις μέρες του κατακλυσμού. Όποιος δεν το έζησε είναι πολύ τυχερός. Δεν μπορεί να το φανταστεί.
Μια -δυο μέρες μετά την Κυριακή των παθών, καθαρίζαμε τα υπόγεια με αντλίες στη γειτονιά.
Όλοι μαζί, φίλοι , συγγενείς, γείτονες σε μια τιτάνια προσπάθεια που έμοιαζε απελπιστικά ατελείωτη και δεν σου έδειχνε από που να αρχίσεις και πως να συνεχίσεις. Όλοι άπλυτοι, αξύριστοι, βρόμικοι και πασαλειμμένοι από τις τοξικές λάσπες. Έτσι ήταν και οι περισσότεροι κάτοικοι των Ψαχνών που περνούσαν από εκεί. Το τι ακούσαμε και είδαμε δεν μπορεί περιγραφεί με λόγια.
Είδαμε ανθρώπους να μας ζητούν το λασπωμένο νερό που έβγαινε από τα υπόγεια για να πλύνουν τα πόδια και τα χέρια τους από την κολλημένη λάσπη. Μάταια προσπαθούσαμε να τους μεταπείσουμε λέγοντας ότι αυτό το νερό ήταν ότι υπήρχε πάνω από τη λάσπη που είχε αρχίσει να κατακάθεται. Δεν τους ένοιαζε. ΗΘΕΛΑΝ ΝΑ ΠΛΥΝΟΥΝ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΤΟΥΣ. Εκεί μπροστά στο δρόμο. Έστω και με λασπωμένο νερό.
Σκηνές από ταινία θρίλερ σε μια κατεστραμμένη πόλη σε κάποιο άλλο μέρος του κόσμου, σε ένα βομβαρδισμένο τοπίο.
Είναι στιγμές που ξεπερνιούνται τα προσχήματα, πάνε στην άκρη οι δισταγμοί και ο ξένος γίνεται φίλος. Όλοι ήμασταν στην ίδια μοίρα. Και το οξύμωρο είναι ότι αυτό που ζητούσαν το έκαναν από αξιοπρέπεια, όχι από ζητιανιά. Δεν ζητούσαν καθαρό νερό. Έστω και λασπωμένο αρκεί να μην είναι και να μη νιώθουν τόσο λερωμένοι.
Εκεί φτάσαμε.
Φίλες και φίλοι της αρθρογραφίας, δεν κάνουμε επίθεση σε κανένα, ατομικά. Πρέπει όμως να συνειδητοποιήσουμε ότι το κενό στην ψυχή μας τον τελευταίο καιρό από κάπου προέρχεται. Κι αυτό δεν ήταν μόνο ο κατακλυσμός και οι συνέπειές του. Δεν ήταν από το Μιχάλη Καλαβρή και το Δημήτρη Γιανούτσο που έτρεχαν από το πρωί μέχρι το βράδυ παντού όπου υπήρχε ανάγκη. Και που να πρωτοπάνε; ποιόν να βοηθήσουν και ποιόν να αφήσουν; Σαν το Λεωνίδα που πολεμούσε ξέροντας ότι στο τέλος θα ηττηθεί και θα πεθάνει σε μια μάχη για να σωθεί έστω το φιλότιμο. Για την τιμή των όπλων. Δεν ήταν από τα κορίτσια του “Βοήθεια στο Σπίτι” που δεν έπαιρναν ανάσα μοιράζοντας λίγο φαΐ, βοήθεια και παρηγοριά σε ανήμπορους ανθρώπους που χρειάζονταν περίθαλψη και προσωπικό-σωματικό καθάρισμα. Κι αυτό επίσης για να σωθεί το φιλότιμο.
Η επίθεση γίνεται στους θεσμούς του κράτους και τη λειτουργία του ΠΡΙΝ ΤΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ!
ΑΠΟΛΥΤΗ ΑΠΟΥΣΙΑ. ΑΑ που λέγαμε στο στρατό ( = αδικαιολογήτως απών).
Κανένας δεν θα ήθελε φαΐ και ρούχα από ευαισθητοποιημένους συνδημότες. Αυτό που ζητά με αξιοπρέπεια είναι η παρουσία του κράτους πρόληψης το οποίο πληρώνει ακριβά, παράνομα ακριβά, ακόμα και με το αίμα του πολλές φορές. Κι εδώ είναι το μεγάλο ΓΙΑΤΙ. Γιατί τους πληρώνουμε και τους συντηρούμε; Μόνο και μόνο για να ζουν μέσα σε ένα ωκεανό προνομίων, χαραμοφαγίας, ξετσιπωσιάς, απανθρωπιάς και αδιαφορίας; Μην ακούτε τι δηλώνουν. Φανταστείτε μόνο τι λένε από μέσα τους.
Κύριοι της εκλεγμένης ψευτο-νομενγκλατούρας, κάντε μας τη χάρη να εξαφανιστείτε ομαδικά. Καλύτερα να μην σας βλέπουμε. Από τον πρώτο βαθμό αυτοδιοίκησης μέχρι το πρωθυπουργικό γραφείο.
Εμείς οι απλοί, νομοταγείς φορολογούμενοι σας εκφράζουμε την πλήρη περιφρόνησή μας. Η τιμή και οι ελπίδες υπάρχουν μόνο στα παιδιά και τις γυναίκες με τα λασπωμένα πόδια που προσπαθούν ακόμα να περισώσουν ό,τι μπορεί να περισωθεί από αυτά που είχαν φτιάξει με τόσες θυσίες , τόσα χρόνια.
Β. Παπαμιχαήλ
ΥΓ Το θέμα δεν τελειώνει εδώ. Στο εγγύς μέλλον θα είμαστε πιο συγκεκριμένοι.